Το 1987, με ηγέτη της τον σπουδαίο Νίκο Γκάλη, η Ελλάδα κατέκτησε το πρώτο Eurobasket της ιστορίας της. Το 2005, με ηγέτη τον Δημήτρη Διαμαντίδη, κατέκτησε το δεύτερο Eurobasket της ιστορίας της. Φέτος, με ηγέτη τον Γιάννη Αντετοκούνμπο ευελπιστεί να τα καταφέρει ξανά!
Ήταν 14 Ιουνίου του 1987, όταν η «γαλανόλευκη» επικρατούσε της Σοβιετικής Ένωσης, στην παράταση του τελικού του «ΣΕΦ», με 103-101, έπειτα από ένα το λιγότερο… χιτσκοκικό φινάλε, με τον Αργύρη Καμπούρη να υπογράφει, με δύο εύστοχες ελεύθερες βολές, τη σπουδαία νίκη για την ομάδα του, που σηματοδότησε την κατάκτηση του τίτλου, αλλά και την έναρξη μίας ολόκληρης εποχής για το ελληνικό μπάσκετ.
Η επιτυχία αυτή γίνεται, μάλιστα, πιο μεγάλη, αν κανείς αναλογιστεί το πόσο ισχυρές ήταν οι άλλες ομάδες που συμμετείχαν τότε στο μεγάλο ραντεβού της Αθήνας, και, ειδικότερα, η Γιουγκοσλαβία, την οποία, μάλιστα, η ομάδα του Κώστα Πολίτη κέρδισε δύο φορές, μία στη φάση των ομίλων, με 84-78, και μία στα ημιτελικά, με 81-77, αλλά, φυσικά, και η Σοβιετική Ένωση, από την οποία είχε ηττηθεί στους ομίλους, με 69-66.
Το… τσαγανό εκείνης της ομάδας μνημονεύεται ακόμη και σήμερα και πολλές δεκάδες αφιερώματα έχουν γίνει, με το πέρασμα των χρόνων, στη συγκεκριμένη επιτυχία, τη στιγμή που, πάντως, όσον αφορά το εφετινό Eurobasket, το ενδεχόμενο να κατακτήσει η Λιθουανία τον τίτλο προσφέρεται στο 11/1.
Ασφαλώς, μεγάλος ηγέτης της Εθνικής ήταν, τότε, ο Νίκος Γκάλης, με τους 37 πόντους σε οχτώ παιχνίδια, μέσο όρο, που είχε στο τουρνουά, να είναι ασύλληπτος αριθμός και να καταδεικνύουν του λόγου το αληθές, σε τέτοιον βαθμό που κι οτιδήποτε άλλο να μην έκανε πριν ή μετά στην καριέρα του (που έκανε πάρα πολλά), η εν λόγω επίδοση θα έφτανε για να μνημονεύεται εσαεί ως ένας από τους καλύτερους Έλληνες παίκτες όλων των εποχών.
Είχε, όμως, και εξαιρετικούς και γενναίους συμπαίκτες, που δεν δίσταζαν να βάλουν το προσωπικό τους εγώ κάτω από το καλό της ομάδας, κάνοντας πράξη το «ένας για όλους και όλοι για έναν». Δεν ήταν μόνο το alter ego του, για πολλά χρόνια, και στον Άρη, Παναγιώτης Γιαννάκκης, αλλά και ο Παναγιώτης Φασούλας, που αναδείχθηκε και καλύτερος σέντερ της διοργάνωσης, ενώ ποιος μπορεί να παραγνωρίσει τους Νίκο Φιλίππο, Λιβέρη Ανδρίτσο, Φάνη Χριστοδούλου, Νίκο Σταυρόπουλο και, φυσικά, τον άνθρωπο του τελικού, Αργύρη Καμπούρη.
Για την ιστορία, η ίδια εκείνη ομάδα απέδειξε δύο χρόνια μετά πως δεν ήταν πυροτέχνημα! Πήγε στο Ζάγκρεμπ της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας και κατέκτησε τη δεύτερη θέση, ηττώμενη με 98-77 από τους γηπεδούχους Γιουγκοσλάβους στον τελικό, ενώ, στην ημιτελική φάση, είχε κερδίσει, και πάλι, τη Σοβιετική Ένωση, με 81-80, τη στιγμή που, όσον αφορά την εφετινή διοργάνωση, το ενδεχόμενο να κατακτήσει η Σλοβενία το βαρύτιμο τρόπαιο προσφέρεται στο 9/2.
Μετά τις προαναφερθείσες μεγάλες, δύο συνεχόμενες επιτυχίες της, η Εθνική Ελλάδας δεν είχε κάποια άλλη αντίστοιχη για πολλά χρόνια, όμως είναι η αλήθεια ότι ήταν πάντα εκεί και, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ενοχλούσε τα άλλα μεγαθήρια του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Ώσπου ήρθε το Eurobasket 2005, με τη «γαλανόλευκη» να ταξιδεύει, τότε, με πολλή γκρίνια στο Βελιγράδι, καθώς δεν ήταν καθόλου καλή στα, έως τότε, φιλικά προετοιμασίας της και ορισμένοι από τους πιο απαισιόδοξους οπαδούς της την είχαν ακόμη και για να αποκλείεται από τη φάση των ομίλων.
Εκείνη, όμως, η ομάδα, με ομαδική, πρωτίστως, δουλειά, υπό τις οδηγίες ενός ανθρώπου που ήξερε πώς γίνεται, γιατί το είχε κάνει πράξη 18 χρόνια πριν ως παίκτης, του Παναγιώτη Γιαννάκη, άρχισε να γιγαντώνεται μέσα στο τουρνουά και να γίνεται όλο και καλύτερη καθώς η διοργάνωση προχωρούσε, έχοντας ως σήμα κατατεθέν της τη σκληρή άμυνά της.
Με κορυφαίο όλων τον Δημήτρη Διαμαντίδη, που δεν σκόραρε απλώς το επικό, buzzer beater, «βάλ’ το, αγόρι μου» τρίποντο, στο 67-66 επί της Γαλλίας στον ημιτελικό, αλλά μέτρησε, σε εκείνο το τουρνουά και πέντε ασίστ μέσο όρο ανά παιχνίδι, η «γαλανόλευκη» επικράτησε με 78-62 της Γερμανίας του Ντιρκ Νοβίτσκι στον μεγάλο τελικό, αν και, βέβαια, ο αγώνας που όλοι μνημονεύουν είναι ο προαναφερθείς με αντίπαλο τους «τρικολόρ» και η τεράστια ανατροπή που έγινε εκεί.
1987, 2005 και… 2022; Αναμφίβολα, η Εθνική Ελλάδας μοιάζει, εφέτος, πιο ώριμη και πιο έτοιμη από ποτέ. Με ένα ρόστερ γεμάτο σε όλες τις θέσεις και, επιτέλους, αν όλα κυλήσουν ομαλά στην προετοιμασία της μέχρι τον τελικό, καλούς σουτέρ στην περιφέρεια. Ηγέτης όλων ο καλύτερος παίκτης του ΝΒΑ, Γιάννης Αντετοκούνμπο, τη στιγμή που, ωστόσο, το ενδεχόμενο να κατακτήσει η Ισπανία το τρόπαιο προσφέρεται στο 8/1.
Στον πάγκο της, η «γαλανόλευκη» έχει, μάλιστα, μετά από πολλά χρόνια, κι έναν έμπειρο προπονητή, που γνωρίζει καλά τη μεγάλη πίεση που κρύβουν τέτοιου είδους αγώνες, τον Δημήτρη Ιτούδη, που θέλει, όσο τίποτα, να οδηγήσει το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του, ξανά, στην κορυφή της Ευρώπης, ενδεχόμενο για το οποίο προσφέρεται σε απόδοση 5/1.
Θα τα καταφέρει;
Περισσότερα στοιχηματικά νέα για το μπάσκετ
Χρησιμοποιούμε cookies για να προσφέρουμε μια καλύτερη και πιο εξατομικευμένη υπηρεσία. Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε την Πολιτική για Cookies